Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2020

Ελληνικές Παροιμίες (μέρος 2ον) - Proverbi greci (parte 2) Греческие притчи (часть 2)



Ελληνικές Παροιμίες (μέρος 2ον)

 Παροδικότητα

        Η αγάπη σου είναι ψεύτικη σαν τ’ Απριλιού το χιόνι, πρωί-πρωί απλώνεται, το μεσημέρι λειώνει.

 

        Ρόδα είναι και γυρίζει.

        Βρήκες καιρό, αρμένιζε, καιρό μην περιμένεις, γιατί ο καιρός τα πράγματα δεν ξέρεις πώς τα φέρνει.

        Θα γυρίσει ο τροχός, θα χορτάσει κι ο φτωχός.

        Εφτού που είσαι ήμουνα και δω που είμαι θα ‘ρθεις. 

        Καιρός φέρνει τα λάχανα, καιρός τα παραπούλια.

δηλαδή, έχει ο καιρός γυρίσματα

        Σήμερα είμαστε, αύριο δεν είμαστε.

        Πότε φύλλα, πότε μήλα.

        Θεός ξημερώνει, Θεός νυχτώνει.

        Μεγάλο θάμα, τρεις μέρες.

σημαίνει ότι ο αρχικός εντυπωσιασμός ή ενθουσιασμός για κάτι μεγάλο δεν κρατάει πολύ

        Της νύφης τα προικιά σαν της Λαμπρής τ’ αυγά.

δηλαδή, δεν κρατάνε για πολύ καιρό

        Η αγάπη της Αποκριάς πεθαίνει τη Σαρακοστή.

        Πότε μήλα, πότε φύλλα. 

Κατάλληλος Χρόνος

        Στη βράση κολλάει το σίδερο.

        Ο λόγος εις την ώρα του χίλια φλουριά αξίζει, κι αν δεν τον πεις στην ώρα του, τίποτα δεν αξίζει.

        Κάθε πράμα στον καιρό του κι ο κολιός τον Αύγουστο.

        Τα του γάμου πριν του γάμου.

Χρόνος

        Όσα φέρνει η ώρα, δεν τα φέρνει ο χρόνος όλος.

        Όποιος σκορπάει τον καιρό, δεν τον ξαναμαζεύει.

        Νυχτώνει ξημερώνει, το σχοινί μαζώνει.

για αυτούς που πλησιάζουν στο τέλος της ζωής τους

Παλαιότητα

        Τα ξερά σκατά στον τοίχο δεν κολλάνε.

για ξεχασμένες ιστορίες και παλιές συκοφαντίες που δεν μπορούν να βλάψουν

        Όλα τα παλιά φρόνιμα και τα πλούσια όμορφα.   

Προέλευση

        Το ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο.

        Η κότα έκανε τ’ αυγό ή το αυγό την κότα;

        Από αγκάθι βγαίνει ρόδο κι από ρόδο βγαίνει αγκάθι.

        Ανεμομαζώματα, διαβολοσκορπίσματα.

        Από τη γης βγαίνει το χρυσάφι κι από το σκουλήκι το μετάξι.

για ταπεινή προέλευση πολύτιμων πραγμάτων    

Ηλικίες

        Ας ήμουν νιος και να ‘ξερα, γέρος και να μπορούσα.

        Ο έρως χρόνια δεν κοιτά.

        Οι όψιμες θέλουν βροχές κι οι πρώιμες δροσούλες.

        Πάντα νέο στο κατάρτι, πάντα γέρο στο τιμόνι.

        Φοβού τον νιο τον άγρυπνο, το γέρο σαν κοιμάται.

        Χαρά στο νιο που νοιάζεται, στο γέρο που γελάει.

        Αξίζει μια γερόκοτα σαράντα πουλακίδες.

Νεότητα

        Όλα του πρέπουνε του νιου, εκτός απ’ το κουμάντο.

        Η γριά η κότα έχει το ζουμί, μα η πουλάδα κάνει τον πετεινό και λαλεί!

        Κατουράει την πέτρα και γίνεται ασβέστης.

επί «σφριγώσης νεανίδος»

        Να ‘ταν τα νιάτα δυο φορές τα γηρατειά καμία.

        Σκατά νιάτα, καλά γεράματα    

Γηρατειά

        Ο γέρος πάει ή από πέσιμο ή από χέσιμο.

        Εφτού που είσαι ήμουνα και δω που είμαι θα ‘ρθεις.

        Γάμος εις τα γέρατα, ή σταυρός ή κέρατα.

        Και του γέρου τα παιχνίδια, σα νερόβραστα κρεμμύδια.

(η αυθεντική εκδοχή είναι με αρχi... αντί για παιχνί...)

        Όπου είν’ ο γέρος κουζουλός από τα νιάτα το ‘χει.

        Ανάθεμα δυο πράγματα, φτώχεια και γεράματα.

        Τώρα στα γεράματα, μάθε γέρο γράμματα.

        Του γέρου σκόνταμμα, του χάρου μήνυμα.

        Γέρος γάτος, τρυφερά ποντίκια θέλει.

        Η γριά η κότα έχει το ζουμί.

        Γέρος κι αν επαινεύτηκεν, ανήφορος το δείχνει.

        Βγήκε ο γέρος στο κλωτσάτο κι η γριά στο κοπελάτο.

για ασυνήθιστα έντονες δραστηριότητες γερόντων και μη

        Γεράματα σκοντάμματα.

        Όπου γέρος κακό σκάνταλο, όπου γριά κακή βουλή.

για δύστροπους γέροντες

        Γριάς μαντεύματα και γέρου παραμύθια.

(με την έννοια ότι σε αυτά τα καταφέρνουν καλά)

        Γέρος είσαι δεν ‘φελάς, μόνο το ψωμί χαλάς.

        Καλόγρια στα γεράματα.

για υπερμάχους της ηθικής μετά από μια ζωή ακολασίας

        Τεμπέλης στα νιάτα, ζητιάνος στα γεράματα.

        Σκατά νιάτα, καλά γεράματα.

        Χαρά στο νιο τον τσίρλιαρη, τον γέρο σφιχτοκώλη.

        Το γέρο δεν τον ρωτούν πού πονεί, αλλά πού δεν πονεί.

        Άρχισε η παγωνιά, πιάνει ο γέρος τη γωνιά.

        Όταν γεράσει ο γάτος, παίζουν μαζί του τα ποντίκια        

Φθορά

        Τρώει η σκουριά το σίδερο και η θλίψη την καρδιά μας.

Μήνες

        Να ‘μουν το Μάη γάιδαρος, τον Αύγουστο κριάρι, όλους τους μήνες κόκορας και γάτος το Γενάρη.

        Μήνας που δεν έχει ρο, ρίξε στο κρασί νερό.

        Από Μάρτη καλοκαίρι κι από Αύγουστο χειμώνα.

        Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει, καλοκαίρι θα μυρίσει.

        Αν βρέξει ο Απρίλης δυο νερά κι ο Μάης άλλο ένα, χαρά σ’ εκείνον το ζευγά που ‘χει πολλά σπαρμένα.

        Μη σε γελάσει ο Μάρτης το πρωί και χάσεις την ημέρα.

        Μάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκαύτης.

        Του Απρίλη η βροχή κάθε στάλα και φλουρί.

        Ο Μάης έχει τ’ όνομα κι ο Απρίλης τα λουλούδια.

        Ο Απρίλης με τα λούλουδα και ο Μάης με τα ρόδα.

        Αύγουστε καλέ μου μήνα, να ‘σουν δυο φορές το χρόνο.

        Του Μάρτη ο ήλιος βάφει και πέντε μήνες δεν ξεβάφει.

        Μάης άβροχος, μούστος άμετρος.

        Μάη μήνα μη φυτέψεις, Μάη μη στεφανωθείς, Μάη μήνα μη δουλέψεις, Μάη μην ταξιδευτείς.

        Χιόνι ρίχνει το Φλεβάρη, βάνεις στάρι στο κελάρι.

        Ο Μάης φτιάχνει τα σπαρτά κι ο Μάης τα χαλάει.

        Οκτώβρη και δεν έσπειρες, στάρι μην περιμένεις.

        Τα γέρικα γαϊδούρια Φλεβάρη ψοφάνε.

        Ο Μάρτης ο πεντάγνωμος πέντε φορές εχιόνισε και πάλι το μετάνιωσε και πάλι ξαναχιόνισε.

        Να ‘σαι καλά τον Αύγουστο που ‘ναι παχιές οι μύγες.

        Μάης βρεμένος, μούστος μετρημένος.

δηλαδή, αν βρέξει το Μάιο, η παραγωγή κρασιού είναι μειωμένη

        Από Μαρτιού πουκάμισο κι απ’ Αύγουστο σεγκούνι.

        Τ’ Αυγούστου και του Γεναριού τα δυο χρυσά φεγγάρια.

        Το Μάρτη ξύλα φύλαγε μην κάψεις τα παλούκια.

        Ο Γενάρης δεν γεννά μήτε αυγά μήτε πουλιά, μόνο χιόνια και νερά.

        Χιόνισ’ έβρεξ’ ο Γενάρης, όλ’ οι μύλοι μας θ’ αλέθουν.

        Πώς λάμπει ο ήλιος του Μαγιού, τ’ Αυγούστου το φεγγάρι.

        Οκτώβρης και δεν έσπειρες, οκτώ σπυριά δεν κάνεις.

        Όποιος σπέρνει τον Οκτώβρη έχει τρεις σωρούς τ’ αλώνι.

        Σαν έπρεπε, δεν έβρεχε, το Μάη δροσολόγαε…

        Αλωνάρη με τ’ αλώνια και με τα χρυσά πεπόνια.

        Ο Αύγουστος πουλά κρασί κι ο Μάης πουλά στάρι.

        Ο Αύγουστος επλάκωσε, η άκρη του χειμώνος.

        Οκτώβρης και δεν έσπειρες, λίγο ψωμί θα πάρεις.

        Όταν έπρεπε δεν έβρεχε και το Μάη χιόνιζε.

        Αλί στα Μαρτοκλάδευτα και στ’ Απριλοσπαρμένα.

        Κότα πίτα τον Γενάρη και παπί τον Αλωνάρη.

        Αν βρέξ' ο Μάρτης τρία νερά κι' Απρίλης άλλα δύο να ιδείς του Μάρτη τα κουκιά τ' Απρίλη του σιτάρια, να ιδείς το γεροκρίθαρο πώς στρίφτει το μουστάκι.

        Βαγενάδες και γαϊδάροι, ένα μήνα έχουν τη χάρη.

επειδή οι βαγενάδες (βαρελάδες) έχουν ένα μήνα δουλειά και ο γάιδαρος ξεκουράζεται λίγο μόνο ένα μήνα (το Μάρτιο)

        Ο Οκτώβρης θέλει γέλια, γιατί ανοίγουν τα βαρέλια.

        Μάρτης είναι νάζια κάνει, πότε κλαίει πότε γελάει.

        Χιόνισε μέσα στο Γενάρη, να οι χαρές του Αλωνάρη.

        Τον Οκτώβρη τα κουδούνια, το Νοέμβρη παραμύθια.  

Προφητείες

        Πας μετά Χριστόν προφήτης γάιδαρος εστί.

Αναβλητικότητα

        Όποιος δεν θέλει να ζυμώσει, δέκα μέρες κοσκινίζει.

        Το σήμερα είναι του Θεού, το αύριο του πονηρού.

        Η κότα όταν έρθει το αυγό στον κώλο της ψάχνει για φωλιά.

δηλαδή την τελευταία στιγμή

        Η αλεπού είχ’ εργατιά κι εκείνη ακριδολόγαγε.

για αυτούς που έχουν αναλάβει μια δουλειά και χασομερούν

        Λύσε δέσε το γουρούνι, μακρυσκοίνησε την κλώσα, πέρασε η μέρα.

δηλαδή, πέρασε η μέρα χωρίς να γίνει δουλειά

        Αύριο λούζουν το γαμπρό και τραγουδούν τη νύφη.

Καθυστέρηση

        Το καλό πράγμα αργεί να γίνει.

        Όποιος σκορπάει τον καιρό, δεν τον ξαναμαζεύει.

        Πέρσι έκλασε, φέτος βρόμισε.

        Καράβι που αργεί, σκατά είναι φορτωμένο.

        Κάλλιο αργά παρά ποτέ.

        Αργεί ο Θεός και σκάει ο φτωχός.

        Γάμος όψιμος, παιδιά της ορφάνιας.

        Ο αγουροφάγος έφαγε, ο ρουμοφάγος δεν έφαγε.

για όσους περιμένουν ιδανικές συνθήκες για να κάνουν κάτι και τους προλαβαίνει άλλος (ρουμαφάγος: αυτός που τρώει ώριμα φρούτα)

        Αργεί ο Θεός, όμως δεν αλησμονάει.

        Κάτσε κόρη ανύπαντρη, να κάμω γιο να πάρεις.

για αδιανόητη καθυστέρηση

        Καλώς τονα κι ας άργησε.

        Βάστα Τούρκο να γεμίσω. 

        Όποιος γιοματάει στο σπίτι του, δειπνάει στο χωράφι.

        Ο τελευταίος, για καλομοίρης για κακομοίρης.

        Όταν οι άλλοι αποτρυγούσαν, η Μαρία έπλεκε καλάθι.

        Όσο να σηκώσει το ένα πόδι του, παίρνει ο διάολος το άλλο. 

Βιασύνη

        Κυριακή κοντή γιορτή.

σημαίνει ότι κάτι αναμενόμενο και σημαντικό θα γίνει γρήγορα

        Πάω αργά γιατί βιάζομαι.

        Όποιος βιάζεται σκοντάφτει.

        Μην κουνάς τα πόδια σου πριν ανεβείς στο γάιδαρο.

        Η βιάση ψήνει το ψωμί, μα δεν το καλοψήνει.

        Ακόμα δεν τον είδαμε και Γιάννη τον εβγάλαμε.

        Άντρα θέλω, τώρα τον εθέλω.

        Στις εννιά του μακαρίτη, άλλος μπήκε μες στο σπίτι.

        Το γλήγορον και το καλόν δεν παν μαζίν τα δκυό τους.

        Προτού σκάσουν τα αυγά, άρχισε να μετράει τα πουλιά.

        Από εψές το δειλινό λείπει ο άντρας μου στο μύλο, πείτε μου γειτόνισσες, να παντρευτώ ή να μείνω;

        Η σκύλα από τη βιάση της τα κάνει στραβά τα κουτάβια της.

        Που τρώει μπροστά, αγναντεύει ύστερα.

για κάποιον που κακώς βιάζεται

        Ακόμα δεν απόθανε κι ανάψαν τα κεριά του.

        Όσο βιάζεται η γριά, τόσο της κόβεται η κλωστή.

        Σήμερα κινήσαμε κι αύριο πόσες έχουμε.

        Γοργά γοργά ας τον θάψουμε, μη σηκωθεί η ψωλή του.

για επειγομενους άνευ λόγου

        Πριν να δούμε το γαμπρό, στολίσαμε τη νύφη

Τέλος

        Τα στερνά τιμούν τα πρώτα.

        Στο τέλος ξυρίζουν το γαμπρό.

        Έκλασ’ η νύφη και σχόλασεν ο γάμος.

για απότομη διακοπή λόγω απροσδόκητου γεγονότος

(υπάρχει και εκδοχή με «έπλασε» που έχει νόημα: η γιορτή του γάμου τελειώνει όταν η νύφη αρχίζει πλέον τις οικιακές εργασίες )

        Κατά τη ζωή και τα τέλη.

        Νυχτώνει ξημερώνει, το σχοινί μαζώνει.

για αυτούς που πλησιάζουν στο τέλος της ζωής τους

Επάγγελμα

        Ο τεμπέλης κι ο φαγάς, ή χωροφύλακας ή παπάς.

        Ακαμάτης και φαγάς: ψάλτης, διάκος ή παπάς.

        Άλλη η δουλειά του ναύτη, κι άλλη του καντηλανάφτη.

        Ακαμάτης και φαγάς, για δραγάτης για παπάς. 

Πηγή : https://www.gnomikologikon.gr/greek-proverbs.php?page=2

  -  Επιτρέπεται η αναδημοσίευση του περιεχομένου της ιστοσελίδας εφόσον αναφέρεται ευκρινώς η πηγή του και υπάρχει ενεργός σύνδεσμος (link). Νόμος 2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.

ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
Ορισμένα αναρτώμενα από το διαδίκτυο κείμενα ή εικόνες (με σχετική σημείωση της πηγής), θεωρούμε ότι είναι δημόσια. Αν υπάρχουν δικαιώματα συγγραφέων, παρακαλούμε ενημερώστε μας για να τα αφαιρέσουμε. Επίσης σημειώνεται ότι οι απόψεις του ιστολόγιου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου. Για τα άρθρα που δημοσιεύονται εδώ, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο το ιστολόγιο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου